Γόνος οικογένειας της μεσοαστικής τάξης, ξεκίνησε από συνεσταλμένος φοιτητής του London School of Economics (οι σπουδές του δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ) για να εξελιχθεί σε επικεφαλής του μεγαλύτερου rock n roll συνόλου του πλανήτη, σύμβολο του σεξ και αγαπημένη προσωπικότητα των μέσων ενημέρωσης.
Ξεκίνησε και συνεχίζει μέχρι σήμερα την καριέρα του περισσότερο ως τραγουδιστής των Rolling Stones και λιγότερο σαν σόλο καλλιτέχνης. Το όνομά του απασχόλησε επανειλημμένως τα media και χαρακτηρίστηκε ως ο επιβλητικότερος τραγουδιστής συγκροτήματος στην ιστορία του Rock'n'Roll.
Ο ίδιος εκτός από τραγουδιστής του συγκροτήματος, έχει συνθέσει τις περισσότερες από τις επιτυχίες των Rolling Stones. Χαρακτηριστικά ροκ τραγούδια των Rolling Stones όπως τα "(I Can't Get No) Satisfaction", "Get Off Of My Cloud", "19th Nervous Breakdown" and "Have You Seen Your Mother Baby, Standing In The Shadow?" ήταν συνθέσεις του Jagger.
Από τη μία η μεγάλη του αγάπη για τα blues και από την άλλη η χαρακτηριστική φωνή του και η χαρισματική παρουσία του στη σκηνή, τον έκαναν μοναδικό σε τέτοιο βαθμό μάλιστα ώστε πολλοί να εκφράζουν την απορία αν η επιτυχία των Stones οφείλεται στο συγκρότημα ως σύνολο ή στον ηγέτη και τραγουδιστή τους, τον Mick Jagger.
Ως ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του Jagger θα επισημάνουμε την προσήλωση στα blues, το ιδιαίτερο φωνητικό ύφος και βέβαια την εργώδη, ακάματη σκηνική παρουσία, στοιχεία που συνθέτουν μια καλλιτεχνική περσόνα που ενίσχυσε τη μακρόχρονη επιτυχία των Rolling Stones ισοβαρώς με την ποιότητα της τραγουδοποιίας του γκρουπ και την ερμηνευτική δεξιοτεχνία των μελών του.
Ήταν παντρεμένος με την Jerry Hall, με την οποία έχει κάνει τέσσερα παιδιά. Επίσης είναι πατέρας δύο ακόμη παιδιών, ενός που έχει φέρει στον κόσμο η πρώην γυναίκα του Bianca Peres Morena de Marcias και ενός με μητέρα τη Marsha Hunt. Η προσωπική του περιουσία υπολογίζεται ότι πλησιάζει τα 150 εκατομμύρια λίρες Αγγλίας, γεγονός που τον κάνει τον τρίτο πλουσιότερο rock σταρ στον κόσμο, μετά τον Elton John και τον Paul McCartney.
Σε σχέση με τους κομψευόμενους, καλοβαλμένους τραγουδιστές των αρχών της δεκαετίας του 60, ο Jagger είχε μια εμφάνιση ακαλαίσθητη (εκκεντρική πόζα, υπερμεγέθη σαρκώδη χείλη, κοκαλιάρικο σώμα), την οποία όμως χειρίστηκε με μεγάλη επιδεξιότητα, μετατρέποντάς την από μειονέκτημα σε όπλο του. Έφτασε μάλιστα να αλλοιώσει ακόμη και την προφορά του, μετακινούμενος σταδιακά από την καθωσπρέπει εμφάνιση (στις τηλεοπτικές εκπομπές του μέσου της δεκαετίας του 60) σε μια πιο "αλήτικη" και περιθωριακή στάση, αντάξια ενός ιδιόρρυθμου rock αστέρα. Η προκλητικότητα του Jagger (την οποία λάτρευαν τα παιδιά και μισούσαν οι γονείς) δεν σταματούσε στη δημόσια εικόνα του. Επεκτεινόταν και στους στίχους τραγουδιών όπως τα "(I Cant Get No) Satisfaction" και "Street Fighting Man" που άγγιζαν θέματα που μέχρι τότε αποτελούσαν ταμπού, όπως το σεξ, η αμφισβήτηση της θρησκείας, η μηδενιστική θεώρηση της ίδιας της ζωής.
Αυτές οι "αντίστροφες δεξιότητες" του Jagger ενισχύονταν μουσικά από τον Keith Richards (υπεύθυνο για μελωδίες και κιθαριστικά riff από τα πιο ευμνημόνευτα του μακροσκελέστατου καταλόγου των Rolling Stones) αλλά και από τα υπόλοιπα ικανά μέλη του γκρουπ (Bill Wyman, Charlie Watts, Brian Jones και, λίγο αργότερα, Mick Taylor). Καθώς η δεκαετία του 60 πλησίαζε στο τέλος της, οι περίπλοκες καταστάσεις των στίχων του Jagger άρχισαν να παίρνουν σάρκα και οστά στην πραγματική του ζωή. Οι πράξεις προσβολής της δημόσιας αιδούς, η κατάχρηση ναρκωτικών ουσιών, καθώς και οι αναπόφευκτες προστριβές με το νόμο χαρακτήριζαν το rock n roll τρόπο ζωής των "swinging 60s" και καθρέφτιζαν τη γοργή αλλαγή στις κοινωνικές δομές και την μποέμ συμπεριφορά.
Τα πράγματα ωστόσο δεν άλλαξαν για τον Jagger και κατά την επόμενη δεκαετία: ένας διαλυμένος γάμος, βραχύβιες ερωτικές σχέσεις με διάσημες γυναίκες, σπάταλη ζωή και απόσυρση σε εξωτικά κλίματα ήταν καταστάσεις όχι άγνωστες στην αφρόκρεμα των rock μουσικών της εποχής, που είδαν τον εαυτό τους να μετατρέπεται από πένητα σε εκατομμυριούχο, μέσα σε ελάχιστα χρόνια. Παρά τα πολλά προβλήματα που χαρακτήρισαν τη δεκαετία του 80, ο Jagger υπήρξε εμπνευστής και κύριος υπεύθυνος της περιόδου καλλιτεχνικής ανάκαμψης που ξεκίνησε με το "Steel Wheels" (1989) επιβεβαιώθηκε με το "Voodoo Lounge" (1994), τονώθηκε με το ημιακουστικό "Stripped" (1995) και πήρε άριστα δέκα με το "Bridges To Babylon" (1997).
Σε αντίθεση με άλλους καλλιτέχνες της γενιάς του (John Lennon, Pete Townshend), ο Mick, δεν ασχολήθηκε ποτέ με τη λογοτεχνία ή τη ζωγραφική και τουλάχιστον για τα 25 πρώτα χρόνια των Rolling Stones ο ίδιος απέφευγε να ακολουθήσει παράλληλα σόλο καριέρα. Γιατί άλλωστε να το έκανε αφού το όνομά του είχε γίνει ήδη γνωστό από την εποχή των Rolling Stones? Η απόφαση να κυκλοφορήσει το πρώτο του σόλο άλμπουμ, πάρθηκε στα μέσα της δεκαετίας του '80. Από το "She's The Boss" του 1985 ξεχώρισε το single "Just Another Night". Μετά από δύο χρόνια ακολούθησε το μάλλον απογοητευτικό "Primitive Cool" που έκανε τον Mick Jagger να σκεφτεί πως το καλύτερο που είχε να κάνει ήταν να παραμείνει στους Rolling Stones ακολουθώντας παράλληλα σόλο καριέρα.
Προς τα τέλη της δεκαετίας του '80, ο Jagger συνεργάστηκε με την Tina Turner και τον David Bowie τραγουδώντας μαζί τους στο Live Aid τη διασκευή στο τραγούδι των Martha & The Vandella's "Dancing In The Street". Πέρασαν έξι χρόνια μέχρι ο τραγουδιστής των Rolling Stones να κυκλοφορήσει το τρίτο του σόλο άλμπουμ, κάτι που αποφάσισε το 1993 με το "Wandering Spirit". Ούτε κι αυτό όμως κατάφερε να συγκινήσει τους κριτικούς παρόλο που περιείχε αξιόλογες συνεργασίες με τον σαξοφωνίστα Courtney Pine και τον τραγουδιστή της soul Billy Preston. Την περίοδο 1990-1991 οι Rolling Stones έκαναν μια παγκόσμια περιοδεία σε Ηνωμένες Πολιτείες και Ευρώπη και ο Mick ήταν ο επικεφαλής. Με τη μοναδική σκηνική παρουσία του γοήτευσε για άλλη μία φορά το κοινό.
O Mick Jagger ελπίζει πως θα έχει καλύτερη τύχη σαν σόλο καλλιτέχνης με το τέταρτο άλμπουμ του "Goddess In The Doorway" που κυκλοφόρησε λίγο πριν το τέλος του 2001, με δώδεκα νέα τραγούδια απόλυτα σύγχρονα στην ευρύτερη αισθητική τους αλλά και με ιδιαίτερη ποικιλία στον προσανατολισμό τους).
Οι προσωπικές φιλοδοξίες του Jagger, έξω από το πλαίσιο του θρυλικού του γκρουπ, στράφηκαν αρχικά στο χώρο της υποκριτικής, με πρωταγωνιστικούς ρόλους στα φιλμ "Ned Kelly" (1970, αυστραλέζικη παραγωγή σε σκηνοθεσία του Tony Richardson με θέμα τα έργα και τις ημέρες του "Αυστραλού Ρομπέν των Δασών" Ned Kelly τον οποίο υποδυόταν ο Jagger) και "Performance" (επίσης 1970, με σκηνοθέτη τον Donald Cammell, όπου πρωταγωνιστούσε ως παρακμιακός rock σταρ και γκάνγκστερ).
Από τις πολυάριθμες συνεισφορές και συμμετοχές του σε ηχογραφήσεις άλλων, αξίζει να επισημάνουμε τις συνεργασίες του με τους Jimmy Rip (στο "Way Past Blue" του 1996), Dave Stewart (στο "Greetings From The Gutter" του 1995), Chris Jagger (στο "Rock The Zydeco" του 1995), Living Colour (στο "Vivid" του 1988), Tina Turner (κοινή εμφάνιση το 1985 στο "Live Aid"), David Bowie (στη φιλανθρωπικού σκοπού διασκευή του "Dancin In The Street" των Martha And The Vandellas), Living Colour (στο "Vivid" του 1988), Carly Simon (στο "No Secrets" του 1972), Leon Russell (στο φερώνυμο ντεμπούτο του, του 1970).
Τον Μάιο του 2011, ο Jagger ανακοίνωσε τον σχηματισμό ενός νέου supergroup, της πρώτης μπάντας που είχε σχηματίσει από τους Rolling Stones κι ύστερα. Το συγκρότημα, Super Heavy περιλαμβάνει τους Dave Stewart, Joss Stone, Damian Marley, και A.R. Rahman.
Το όνομά του Mick Jagger και οτιδήποτε έχει σχέση με εκείνον, εξακολουθεί μέχρι σήμερα να "πουλά" προκαλώντας το ενδιαφέρον του κοινού.
Δείτε τη Δισκογραφία με τους Rolling Stones, εδώ Για τη προσωπική δισκογραφία του και τις συμμετοχές του σε ταινίες, δείτε εδώ
Πηγές: www.protoporia.gr
discoradio2010.blogspot.com
Επιμέλεια-προσαρμογή: Σοφία Παφτούνου
www.tralala.gr